- ενεχυροδανειστής
- οαυτός που παρέχει δάνεια παίρνοντας ενέχυρο, αυτός που διατηρεί ενεχυροδανειστήριο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ενέχυρο(ν) + δανειστής. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στον Παν. Ηλιόπουλο].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ενεχυροδανειστής — ο αυτός που δανείζει με ενέχυρα, που διατηρεί ενεχυροδανειστήριο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αμανατιτζής — και νετιτζής, ο αυτός που παίρνει από κάποιον κάτι ως ενέχυρο, ο ενεχυροδανειστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμανάτι + παραγ. κατάλ. τζής] … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek